Επιλογή Σελίδας

Η υπογονιμότητα της γυναίκας αποτελεί μια κατάσταση την οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν γυναίκες σε διάφορες ηλικιακές φάσεις, εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων. Παρακάτω θα εξεταστούν οι αιτίες οι οποίες ενοχοποιούνται σε περιπτώσεις όπου παρατηρούνται διαταραχές στη γονιμότητα, θα αναφερθούν οι εξετάσεις υπογονιμότητας που διενεργούνται για να βοηθήσουν στον προσδιορισμό της αιτίας και το πώς συνδέονται  ενδομητρίωση και υπογονιμότητα της γυναίκας. Ακόμα, θα δούμε τον ρόλο που διαδραματίζει η διατροφή και, τέλος, θα μάθουμε ποιες είναι οι επιλογές που έχει μια γυναίκα για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας.

Τι είναι 

 

Η υπογονιμότητα της γυναίκας αναφέρεται στην αδυναμία της γυναίκας να συλλάβει μετά από ένα χρόνο τακτικών και απροστάτευτων σεξουαλικών επαφών εξαιτίας προβλημάτων που εντοπίζονται στην παραγωγή των ωαρίων. Στις γυναίκες, η υπογονιμότητα μπορεί να προκύψει από διάφορους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν το αναπαραγωγικό σύστημα, περιλαμβάνοντας προβλήματα με την ωορρηξία, δομικές ανωμαλίες στη μήτρα ή τις σάλπιγγες και διάφορες ορμονικές ανισορροπίες. Η υπογονιμότητα είναι ένα σύνθετο ζήτημα το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει βαθιά την ψυχολογία και την ευημερία των ζευγαριών, απαιτώντας συνήθως εξειδικευμένη ιατρική παρέμβαση για τη διάγνωση και τη θεραπεία.

 

Αίτια

 

Οι αιτίες οι οποίες μπορούν να ενοχοποιηθούν για τα προβλήματα γονιμότητας στη γυναίκα ποικίλλουν. Ο μαιευτήρας – γυναικολόγος, πραγματοποιώντας μια σειρά από εξειδικευμένες εξετάσεις, προσπαθεί να διαγνώσει την αιτία της γυναικείας υπογονιμότητας και, αφού προσδιοριστεί αυτή, να σχεδιάσει στη συνέχεια το ιδανικό θεραπευτικό πλάνο για τη γυναίκα. Με τον τρόπο αυτό, το ζευγάρι θα μπορέσει να αυξήσει τις πιθανότητες σύλληψης.   

Μερικοί από τους παράγοντες οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται πως επηρεάζουν την υπογονιμότητα στις γυναίκες, σε μικρό ή σε μεγαλύτερο βαθμό, είναι οι παρακάτω:

  • η ενδομητρίωση: Η ενδομητρίωση αποτελεί μια κατάσταση κατά την οποία ιστός, παρόμοιος με τον ενδομήτριο ιστό που επενδύει τη μήτρα, αναπτύσσεται εκτός αυτής. Η κατάσταση αυτή μπορεί να προκαλέσει πόνο, φλεγμονή και ουλές, επηρεάζοντας τη λειτουργία των ωοθηκών, των σαλπίγγων και της μήτρας, με αποτέλεσμα να προκαλείται υπογονιμότητα. Η ενδομητρίωση είναι ένα από τα πιο συχνά αίτια της γυναικείας υπογονιμότητας.
  • οι διαταραχές ωορρηξίας: Η ακανόνιστη ωορρηξία ή, ακόμα, η απουσία ωορρηξίας είναι ένα από τα κύρια αίτια υπογονιμότητας. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να προκύψουν από διάφορα προβλήματα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) και την υπερπρολακτιναιμία, καθώς και άλλες ορμονικές διαταραχές που εμποδίζουν την κανονική ωορρηξία.
  • διάφορα δομικά προβλήματα: Πρόκειται για διάφορες ανωμαλίες στη δομή της μήτρας ή των σαλπίγγων, όπως είναι οι συμφύσεις, οι πολύποδες, τα ινομυώματα και οι ουλές από προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις. Οι ανωμαλίες αυτές μπορούν να εμποδίσουν την εγκυμοσύνη, εμποδίζοντας στην ουσία το σπέρμα να φτάσει στο ωάριο ή το γονιμοποιημένο ωάριο να εμφυτευτεί στη μήτρα.
  • κάποια ανοσολογικά αίτια: Μερικές γυναίκες παράγουν αντισώματα τα οποία επιτίθενται στο σπέρμα ή στο έμβρυο, καθιστώντας δύσκολη την επιτυχή σύλληψη και, κατ’ επέκταση, εγκυμοσύνη.
  • η ηλικία: Η ηλικία είναι ένας σημαντικός παράγοντας στη γυναικεία υπογονιμότητα. Οι γυναίκες γεννιούνται με έναν πεπερασμένο αριθμό ωαρίων και, καθώς γερνούν, ο αριθμός και η ποιότητα των ωαρίων μειώνονται. Η υπογονιμότητα της γυναίκας, όσο περνούν τα χρόνια και ειδικά μετά την ηλικία των 35, αυξάνεται με πιο γρήγορους ρυθμούς.

 

Συμπτώματα

 

Τα συμπτώματα με τα οποία μπορεί να εκφραστεί η υπογονιμότητα της γυναίκας διαφέρουν από γυναίκα σε γυναίκα, τόσο από άποψη συχνότητας εμφάνισης όσο και από άποψη έντασης. Μια γυναίκα με προβλήματα γονιμότητας ενδέχεται να παρουσιάσει κάποιο ή κάποια από τα εξής συμπτώματα:

  • ακανόνιστοι κύκλοι περιόδου: Οι κυκλικές διαταραχές, όπως είναι οι πολύ σύντομοι κύκλοι ή οι κύκλοι μεγάλης διάρκειας, μπορεί να υποδηλώνουν προβλήματα ωορρηξίας και να οδηγήσουν σε γυναικεία υπογονιμότητα.
  • απουσία περιόδου: Η πλήρης απουσία εμμήνου ρύσης μπορεί να σημαίνει ότι η γυναίκα δεν θα έχει κανονική ωορρηξία και θα αντιμετωπίσει πρόβλημα γονιμότητας.
  • πόνος: Ο πόνος που ενδέχεται να βιώσει μία γυναίκα, η οποία στη συνέχεια θα διαγνωστεί με πρόβλημα γονιμότητας, μπορεί να είναι χρόνιος πυελικός πόνος, να κάνει την εμφάνισή του κατά τη διάρκεια της περιόδου ή να εμφανίζεται κατά τη σεξουαλική επαφή. Ο πόνος μπορεί να υποδηλώνει ενδομητρίωση ή να συνδέεται με άλλες καταστάσεις.
  • ανωμαλίες στις κολπικές εκκρίσεις: Οι διάφορες αλλαγές στις κολπικές εκκρίσεις μπορεί να υποδηλώνουν ορμονικές διαταραχές ή λοιμώξεις, κάτι το οποίο πρέπει να εξεταστεί προκειμένου να διαπιστωθεί αν έχει επιπτώσεις στη γυναικεία γονιμότητα.

 

Διάγνωση

 

Η διάγνωση της γυναικείας υπογονιμότητας περιλαμβάνει μια σειρά από εξετάσεις και διαδικασίες οι οποίες στοχεύουν στην ανεύρεση της αιτίας που την έχει προκαλέσει. Η διαδικασία της διάγνωσης είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη, καθώς η γνώση της ακριβούς αιτίας της υπογονιμότητας είναι αυτή που θα βοηθήσει τον μαιευτήρα – γυναικολόγο να σχεδιάσει το εξατομικευμένο πλάνο αντιμετώπισής της. Οι κύριες εξετάσεις για τη διάγνωση των αιτίων της υπογονιμότητας στη γυναίκα είναι οι παρακάτω:

  • Ιστορικό και φυσική εξέταση

Η διαδικασία διάγνωσης ξεκινά με τη λήψη ενός λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού και μια φυσική εξέταση. Ο γιατρός θα ρωτήσει για το ιστορικό της εμμήνου ρύσεως, τον τρόπο ζωής, τις προηγούμενες εγκυμοσύνες, τυχόν αποβολές και σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα. Η φυσική εξέταση μπορεί να αποκαλύψει σημάδια ενδοκρινολογικών ή ανατομικών προβλημάτων.

  • Εξετάσεις ωορρηξίας

Για να επιβεβαιωθεί ότι η γυναίκα έχει κανονικές ωορρηξίες, γίνονται διάφορες εξετάσεις, όπως:

    • καμπύλη θερμοκρασίας σώματος: Η καταγραφή της βασικής θερμοκρασίας σώματος καθημερινά μπορεί να δείξει αν υπάρχει ωορρηξία.
    • δοκιμασίες ωορρηξίας: Τα τεστ ωορρηξίας στο σπίτι μετρούν τα επίπεδα της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH) στα ούρα, υποδεικνύοντας την επερχόμενη ωορρηξία.
    • δοκιμασίες προγεστερόνης: Μια αιματολογική εξέταση για την προγεστερόνη μπορεί να επιβεβαιώσει αν έχει συμβεί ωορρηξία.

 

  • Υπερηχογράφημα

Το υπερηχογράφημα πυέλου είναι μια σημαντική εξέταση για τον εντοπισμό ανατομικών ανωμαλιών στη μήτρα, τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες. Υπάρχουν διάφορες μορφές υπερηχογραφίας:

    • διακολπικό υπερηχογράφημα: Παρέχει λεπτομερή εικόνα της μήτρας και των ωοθηκών.
    • υστεροσαλπιγγογραφία (HSG): Χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί αν οι σάλπιγγες είναι ανοιχτές και αν υπάρχουν ανωμαλίες στη μήτρα.
    • σαλπιγγοσκόπηση: Παρέχει μια πιο λεπτομερή εικόνα της κατάστασης των σαλπίγγων.

 

  • Ενδοκρινολογικές εξετάσεις

Η αξιολόγηση των ορμονικών επιπέδων είναι κρίσιμη για τον εντοπισμό ορμονικών ανωμαλιών που μπορεί να επηρεάζουν τη γονιμότητα. Οι συνήθεις ορμονικές εξετάσεις περιλαμβάνουν:

    • επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών: Υποθυρεοειδισμός ή υπερθυρεοειδισμός μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα.
    • επίπεδα προλακτίνης: Η υπερπρολακτιναιμία μπορεί να παρεμποδίσει την ωορρηξία.
    • επίπεδα FSH και LH: Η μέτρηση αυτών των ορμονών βοηθά στην αξιολόγηση της λειτουργίας των ωοθηκών.
    • επίπεδα οιστραδιόλης και προγεστερόνης: Αυτές οι ορμόνες δίνουν πληροφορίες για την ωορρηξία και την υγεία του ενδομητρίου.

 

  • Εξετάσεις ανοσολογικού προφίλ

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ανοσολογικά προβλήματα μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα. Οι εξετάσεις για αντισώματα κατά των σπερματοζωαρίων, των ωαρίων ή του ενδομητρίου μπορούν να βοηθήσουν στη διάγνωση αυτών των προβλημάτων.

  • Διαγνωστική υστεροσκόπηση

Η διαγνωστική υστεροσκόπηση επιτρέπει στον γιατρό να δει μέσα στη μήτρα χρησιμοποιώντας ένα λεπτό ενδοσκόπιο. Αυτή η διαδικασία μπορεί να εντοπίσει προβλήματα όπως πολύποδες, ινομυώματα, συμφύσεις ή συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας.

  • Λαπαροσκόπηση

Η λαπαροσκόπηση είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική διαδικασία που επιτρέπει τον έλεγχο των πυελικών οργάνων για προβλήματα όπως ενδομητρίωση, συμφύσεις ή ανωμαλίες των σαλπίγγων. Αυτή η εξέταση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη όταν άλλες διαγνωστικές μέθοδοι δεν έχουν αποδώσει σαφή αποτελέσματα.

  • Εξετάσεις Γενετικού προφίλ

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η γενετική εξέταση μπορεί να είναι απαραίτητη για να εντοπιστούν χρωμοσωμικές ανωμαλίες ή γενετικές διαταραχές που επηρεάζουν τη γονιμότητα. Αυτές οι εξετάσεις περιλαμβάνουν καρυότυπο και άλλες ειδικές γενετικές αναλύσεις.

  • Εξετάσεις για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ)

Οι λοιμώξεις που προκαλούνται από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα. Οι εξετάσεις για ΣΜΝ, όπως τα χλαμύδια και η γονόρροια, είναι σημαντικές για την αποκατάσταση της γονιμότητας.

Η διάγνωση της γυναικείας υπογονιμότητας απαιτεί μια σύνθετη προσέγγιση που περιλαμβάνει λεπτομερείς εξετάσεις και διαδικασίες. Η στενή συνεργασία με εξειδικευμένους γιατρούς και η χρήση προηγμένων διαγνωστικών μεθόδων μπορούν να οδηγήσουν σε ακριβή διάγνωση και την επιλογή της κατάλληλης θεραπείας. Η εξατομικευμένη προσέγγιση είναι το “κλειδί” για την επιτυχή αντιμετώπιση της υπογονιμότητας και την επίτευξη μιας υγιούς εγκυμοσύνης.

 

Αντιμετώπιση/Θεραπεία

 

Η αντιμετώπιση και θεραπεία της γυναικείας υπογονιμότητας εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί και περιλαμβάνει μια ποικιλία μεθόδων. Από τις φαρμακευτικές θεραπείες έως τις πιο σύνθετες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, οι επιλογές θεραπείας είναι πολλές και εξατομικεύονται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε γυναίκας.

 

Φαρμακευτική θεραπεία

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση στην περίπτωση της γυναικείας υπογονιμότητας μπορεί να κινηθεί σε δύο κυρίως άξονες, οι οποίοι είναι οι παρακάτω:

  • φάρμακα πρόκλησης ωορρηξίας: Εδώ εντάσσονται τα ειδικά φάρμακα τα οποία χρησιμοποιούνται για να διεγείρουν τις ωοθήκες και να προκαλέσουν ή να ρυθμίσουν την ωορρηξία. Αυτά τα φάρμακα είναι αποτελεσματικά για γυναίκες οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα ωορρηξίας, όπως είναι το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) που είναι αρκετά συχνό.
  • ορμονική θεραπεία: Οι ορμονικές ανισορροπίες μπορεί να διορθωθούν μέσω της λήψης φαρμάκων τα οποία ρυθμίζουν τις ορμόνες. Για παράδειγμα, γυναίκες οι οποίες πάσχουν από υποθυρεοειδισμό ή υπερπρολακτιναιμία μπορούν να λάβουν συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να είναι πλήρως ρυθμισμένες οι ορμόνες τους.

 

Χειρουργική αντιμετώπιση

Η χειρουργική αντιμετώπιση σε περιπτώσεις γυναικών οι οποίες έχουν προβλήματα γονιμότητας μπορεί να είναι:

  • η λαπαροσκόπηση: Η λαπαροσκόπηση είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική διαδικασία που χρησιμοποιείται για την αφαίρεση ενδομητριωτικών ιστών, συμφύσεων, καθώς και άλλων ανωμαλιών οι οποίες ενδέχεται να επηρεάζουν τη γονιμότητα στη γυναίκα. Η λαπαροσκοπική μέθοδος είναι ιδανική για την αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης και των συμφύσεων που προκαλούνται από φλεγμονώδεις καταστάσεις ή προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες έχει υποβληθεί η γυναίκα.
  • η υστεροσκόπηση: Η υστεροσκόπηση αποτελεί μια τεχνική η οποία χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και την αφαίρεση ανωμαλιών της μήτρας, όπως πολύποδες, ινομυώματα και διάφορες συγγενείς ανωμαλίες. Αυτή η διαδικασία μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις πιθανότητες σύλληψης.

 

Τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής

Οι τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν εξελιχθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, γι’ αυτό και έρχονται να δώσουν τη λύση σε πολλά ζευγάρια τα οποία αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Για τη γυναικεία υπογονιμότητα συγκεκριμένα, υπάρχουν διάφορες επιλογές, οι οποίες είναι οι εξής:

  • ενδομήτρια σπερματέγχυση (IUI): Η σπερματέγχυση περιλαμβάνει την τοποθέτηση επεξεργασμένου σπέρματος απευθείας στη μήτρα κατά τη διάρκεια της ωορρηξίας. Αυτή η μέθοδος είναι αποτελεσματική για ζευγάρια με ήπια προβλήματα σπέρματος, τραχηλικούς παράγοντες ή ανεξήγητη υπογονιμότητα. Η διαδικασία είναι απλή και σχετικά ανώδυνη και μπορεί να γίνει είτε στον φυσιολογικό κύκλο είτε με τη χρήση φαρμάκων τα οποία θα οδηγήσουν σε πρόκληση ωορρηξίας.
  • εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF): Η εξωσωματική γονιμοποίηση περιλαμβάνει τη γονιμοποίηση του ωαρίου με το σπέρμα σε εργαστηριακές συνθήκες και την εισαγωγή του γονιμοποιημένου ωαρίου στη μήτρα. Η IVF είναι κατάλληλη για ζευγάρια με σοβαρά προβλήματα σπέρματος, απόφραξη σαλπίγγων, ενδομητρίωση ή όταν άλλες θεραπείες έχουν αποτύχει. Η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης περιλαμβάνει την πρόκληση ωορρηξίας, τη συλλογή ωαρίων, τη γονιμοποίηση και, τέλος, την εμβρυομεταφορά.
  • ICSI (Ενδοκυτταροπλασματική Έγχυση Σπέρματος): Σε περιπτώσεις σοβαρής ανδρικής υπογονιμότητας, η ICSI μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση. Αυτή η τεχνική περιλαμβάνει την έγχυση ενός μόνο σπερματοζωαρίου απευθείας στο ωάριο, αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό τις πιθανότητες γονιμοποίησης σε σημαντικά μεγάλο βαθμό.
  • δωρεά ωαρίων ή εμβρύων: Σε περιπτώσεις που η γυναίκα δεν μπορεί να παράγει δικά της ωάρια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η δωρεά ωαρίων ή εμβρύων. Αυτή η επιλογή είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για γυναίκες που αντιμετωπίζουν πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια ή για γυναίκες οι οποίες πάσχουν από άλλες σοβαρές ωοθηκικές ανωμαλίες.

 

Τρόπος ζωής και διατροφή

Οι διάφορες αλλαγές στον τρόπο ζωής και η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής αποτελούν δύο παράγοντες οι οποίοι μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά τη γονιμότητα της γυναίκας. Η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, η αποφυγή του καπνίσματος και της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, καθώς και η μείωση του άγχους μπορούν να βοηθήσουν στην ενίσχυση της γονιμότητας. Μια ισορροπημένη διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, πρωτεΐνες και καλά λιπαρά μπορεί επίσης να υποστηρίξει την αναπαραγωγική υγεία.  

 

Ψυχολογική υποστήριξη

Η υπογονιμότητα της γυναίκας μπορεί να είναι μια συναισθηματικά δύσκολη εμπειρία. Για τον λόγο αυτό, η ψυχολογική υποστήριξη, είτε μέσω της συμβουλευτικής είτε μέσω ομάδων υποστήριξης, μπορεί να βοηθήσει τη γυναίκα και το ζευγάρι να αντιμετωπίσουν το άγχος και την απογοήτευση που συχνά συνοδεύουν την υπογονιμότητα. Η συναισθηματική ευεξία είναι εξίσου σημαντική με τη σωματική υγεία στη διαδικασία της αντιμετώπισης της υπογονιμότητας, γι’ αυτό και δεν πρέπει να παραβλέπεται.

Η αντιμετώπιση της γυναικείας υπογονιμότητας είναι μια πολυπαραγοντική διαδικασία που απαιτεί εξατομικευμένη προσέγγιση και στενή συνεργασία με εξειδικευμένους γιατρούς. Με τη χρήση προηγμένων διαγνωστικών μεθόδων και την εφαρμογή κατάλληλων θεραπευτικών επιλογών, πολλές γυναίκες μπορούν να επιτύχουν την επιθυμητή εγκυμοσύνη. Η συνεχής έρευνα και η πρόοδος στην ιατρική τεχνολογία προσφέρουν νέες ελπίδες και λύσεις για τα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας.

 

Ο μαιευτήρας – γυναικολόγος Δρ. Σπυρίδων Καπελής βρίσκεται στη διάθεσή σας για τυχόν απορίες και διευκρινίσεις αναφορικά με την υπογονιμότητα στη γυναίκα. Πραγματοποιήστε σήμερα την επικοινωνία σας με τον γιατρό, προκειμένου να προγραμματίσετε το ραντεβού σας και να συζητήσετε από κοντά τα επόμενα βήματα. Εξετάζοντας τη δική σας μεμονωμένη περίπτωση, αφού γίνει πρώτα ο απαραίτητος έλεγχος γονιμότητας, θα σχεδιάσει για εσάς ένα εξατομικευμένο πλάνο θεραπείας και θα σας προτείνει λύσεις που θα οδηγήσουν στην πολυπόθητη εγκυμοσύνη

ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ